Φόρος τιμής στην Neda Soltani





Γεννήθηκε το 1982, βρήκε το θάνατο από σφαίρα ελεύθερου σκοπευτή των ιρανικών δυνάμεων καταστολής στις 19 Ιούνη του 2009, σε ηλικία 27 ετών. Ήταν φοιτήτρια ισλαμικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο, και σπούδαζε μουσική ιδιωτικά στο σπίτι της, με δάσκαλο. Δούλευε σε πρακτορείο ταξιδίων. Ήταν αρραβωνιασμένη. Ο ασπρομάλλης κύριος που είδαμε να σκύβει πάνω από το νεκρό σώμα της στο δρόμο και που ακούστηκε στο γνωστό βίντεο να της λέει, «Νέντα μ’ ακούς;» ήταν ο δάσκαλος μουσικής και στενός οικογενειακός φίλος.
Πήγε στη διαδήλωση για να διαμαρτυρηθεί για την ψήφο της, παρ’ ότι δεν ήταν έντονα πολιτικοποιημένη.
Όταν η οικογένεια πήρε το νεκρό κορμί της, έδωσε τα όργανά της για μεταμόσχευση. Δεν μπόρεσε να της κάνει μια κανονική κηδεία, γιατί το καθεστώς την απειλούσε από το φόβο να γίνει μεγάλη διαδήλωση. Ούτε επιτρέπεται να της κάνουν τα τριήμερα, τα 7ήμερα και τα 40, όπως συνηθίζεται. Η πλατεία στην οποία είχε καλέσει το κίνημα για να την θρηνήσουν είχε καταληφθεί από αστυνομικούς και το πλήθος που μαζεύτηκε, από 200 έως 1000 άτομα, όπως διαβάζουμε, διαλύθηκε με δακρυγόνα.
Σύντομα η αστυνομία ειδοποίησε την οικογένεια να βγάλει το μαύρο σήμα πένθους από την έξω μεριά του σπιτιού, ενώ αργότερα αναφέρθηκε ότι χάθηκε από το σπίτι της. Όταν κάποιος κόσμος πήγε να προσευχηθεί για τη Νέντα στον κοντινό στο σπίτι της ναό, διώχτηκε από την αστυνομία.(Wikipaedia).



Το άρθρο είναι της Ρένας Δούρου

Απολαύστε τις εικόνες και τη μουσική...και...ΣΚΟΤΩΣΤΕ ΑΥΤΗΝ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑ ΤΗΝ CAMERA !!!!!!



Πάντα..όταν κοιτώ το πέλαγο..θυμούμαι τον Ελύτη....


ΗΛΙΚΙΑ ΤΗΣ ΓΛΑΥΚΗΣ ΘΥΜΗΣΗΣ


Ελαιώνες κι αμπ
έλια μακριά ως τη θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες πιο μακριά ως τη θύμηση
Έλυτρα χρυσά του Αυγούστου στον μεσημεριάτικο ύπνο
Με φύκια ή όστρακα. Κι εκείνο το σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, που διαβάζει ακόμη στην ειρήνη
του κόλπου των νερών Έχει ο Θεός

Περάσανε τα χρόνια φύλλα ή βότσαλα
Θυμάμαι τα παιδόπουλα, τους ναύτες που έφευγαν
Βάφοντας τα πανιά σαν την καρδιά τους
Τραγουδούσαν τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Κι είχαν ζωγραφιστούς βοριάδες μες στα στήθια.

Τί γύρευα όταν έφτασες βαμμένη απ' την ανατολή του ήλιου
Με την ηλικία της θάλασσας στα μάτια
Και με την υγεία του ήλιου στο κορμί - τι γύρευα
Βαθιά στις θαλασσοσπηλιές μες στα ευρύχωρα όνειρα
Όπου άφριζε τα αισθήματα του ο άνεμος
’γνωστος και γλαυκός, χαράζοντας στα στήθια μου
το πελαγίσιο του έμβλημα

Με την άμμο στα δάχτυλα έκλεινα τα δάχτυλα
Με την άμμο στα μάτια έσφιγγα τα δάχτυλα
Ήτανε η οδύνη �
Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωσα πρώτη φορά το ανθρώπινο βάρος σου
Το ανθρώπινο σώμα σου πηλό κι αμαρτία
Όπως την πρώτη μέρα μας στη γη
Γιόρταζαν τις αμαρυλλίδες � Μα θυμάμαι πόνεσες
Ήτανε μια βαθιά δαγκωματιά στα χείλια
Μια βαθιά νυχιά στο δέρμα κατά κει που χαράζεται παντοτινά του ο χρόνος

Σ' άφησα τότες

Και μια βουερή πνοή σήκωσε τ' άσπρα σπίτια
Τ' άσπρα αισθήματα φρεσκοπλυμένα επάνω
Στον ουρανό που φώτιζε μ' ένα μειδίαμα.

Τώρα θα 'χω σιμά μου ένα λαγήνι αθάνατο νερό
Θα 'χω ένα σχήμα λευτεριάς ανέμου που κλονίζει
Κι εκείνα τα χέρια σου όπου θα τυραννιέται ο Έρωτας
Κι εκείνο το κοχύλι σου όπου θ' αντηχεί το Αιγαίο.